Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα «Δρόμοι», Αρ. Φύλλου 8-15, Αύγουστος 2005

Είμαι εδώ μόνος στο μυστικό τοπίο των Αρχαίων Αβδήρων, μετά τη λήξη του 9ου Διεθνούς Θερινού Σχολείου του Ταμιείου Θράκης. Μέσα στη σιωπή του δάσους και τον παφλασμό των κυμάτων συμβαίνει κάτι αναπάντεχο, ακούω γύρω μου και μέσα μου να ηχούν τα τραγούδια που 250 νέα παιδιά, ομογενείς και αλλοδαποί, σχεδόν απ’ όλο τον κόσμο επί 20 ημέρες μάθαιναν να τραγουδούν. Νιώθω την ανάγκη να γράψω και ενώ γράφω μέσα μου ηχεί ο μουσικός λόγος:

Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ
και μυρσίνη εσύ δοξαστική
μη παρακαλώ σας μη, μη παρακαλώ σας μη,
μη παρακαλώ σας μη, λησμονάτε τη χώρα μου.

Αετόμορφα τα έχει τα ψηλά βουνά
στα ηφαίστεια κλήματα σειρά
και τα σπίτια πιο λευκά, και τα σπίτια πιο λευκά
στου γλαυκού το γειτόνεμα.

Τα πικρά μου χέρια με τον κεραυνό
τα γυρίζω πίσω απ’ τον καιρό.
Τους παλιούς μου φίλους καλώ
με φοβέρες και μ’ αίματα.

Τι άραγε συμβαίνει σε τούτους τους τόπους; Όταν αδειάζουν από κόσμο τότε γεμίζουν με μυριάδες φωνές που δεν σ’ αφήνουν να ησυχάσεις και είσαι αναγκασμένος να πράξεις, να πράξεις για το παρελθόν και το παρόν, να πράξεις για το μέλλον, όχι μόνο των δικών σου, αλλά όλων των ανθρώπων, Ελλήνων ή μη. Τούτα τα τραγούδια και τούτο το τοπίο σε συγκλονίζουν και δεν σ’ αφήνουν να ησυχάσεις. Τούτο το τοπίο, τούτοι οι τόποι, τούτη η ιστορία σε βιάζουν να βρεις διέξοδο για σένα και για τους άλλους.

Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ ……

Τούτος ο Ήλιος και τούτο το φως το αισθητό και το νοητό, τούτη η δικαιοσύνη-δίκη και ο δρόμος. Ο δρόμος του ανθρώπου που δεν έπαψε να αφουγκράζεται τις μυστικές φωνές που φθάνουν από το μέλλον και από το παρελθόν. Και τι άλλο να πράξεις από το να μάθεις να προφέρεις τον ασίγαστο Έλληνα λόγο, τον νοσταλγό του συγκεκριμένου και του απείρου που ενέδυσε τον άλλο τον Πάμφωτο Λόγο, της Δικαιοσύνης τον Ήλιο τον νοητό. Και ο λόγος μέσα στον Λόγο, το πάθος μέσα στο πάθος και τον Έρωτα του παντός, όλα τούτα εκκωφαντικά ηχούν όταν παρέλθουν όλοι οι ήχοι και οι θόρυβοι χωρίς νόημα και χωρίς λογική.

Μη παρακαλώ σας μη λησμονάτε την χώρα μου ….

Ποια χώρα και ποια γεωγραφία. Την χώρα του παντός και του θανάτου, αν ο ήχος της δικαιοσύνης είναι απών δηλαδή την χώρα του παγερού μηδενός που καταβροχθίζει τα όντα τα έχοντα κάλλος και μορφή αν δε φωτίζεται από τούτο το ανέσπερο φως της ζωής και της δικαιοσύνης. Και η χώρα μου είναι η γη, με τα ηφαίστεια και τα κλήματα, με τις πυρακτωμένες και εκκωφαντικές φωνές όσων μέθυσαν από το κρασί της ζωής και αποφάσισαν να μην αφήσουν τίποτε να χαθεί, όσων δεν αντέχουν το παγερό κενό του θανάτου και του μηδενός.

Η χώρα μου έχει τα σπίτια της λευκά στου γλαυκού το γειτόνεμα, εκεί που το φως γίνεται ακόμα πιο λευκό από τον εαυτό του. Εκεί στου γλαυκού το γειτόνεμα καλώ τους φίλους από τα παλιά και από τα καινούργια γυρνώντας τα πικρά μου χέρια πίσω από τους καιρούς, αφού γι’ αυτό μου δόθηκαν τα χέρια, για να τους ψάξω όλους μέσα στο χώμα και μέσα στο φως, μέσα στο μηδέν και μέσα στο άπειρο και να τους φέρω πίσω εδώ στον τόπο του γλαυκού και της ηφαίστειας μέθης-εορτής, με φοβέρες και μ’ αίματα. Φοβίζοντας ό,τι νεκρώνει και δίδοντας το αίμα μου για τους άλλους, τους παλιούς και νέους μας φίλους, δίδοντας το αίμα μου για τον άλλο, τον κάθε άλλο, τον όλο Άλλο, της Δικαιοσύνης τον Ήλιο τον Νοητό, που λάμπει στο βλέμμα όλων όσων πέρασαν και χάθηκαν και μας αναμένουν.

Δεν ξέρω αν έχω τα λογικά μου ή αν τα έχω χάσει, ξέρω πάντως ότι για να βρω τα λογικά όντα, τους παλιούς και τους νέους μας φίλους, πρέπει να χάσω τα λογικά μου, πρέπει να φοβερίσω μέσα μου την τυπική και νεκροποιό λογική που τα παγώνει όλα και τα καθιστά αντικείμενα, χρήσιμα μεν αλλά νεκρά. Πρέπει να χάσω τα λογικά μου και την τυπική λογική της περιορισμένης μνήμης, να χάσω τα εφήμερα και καθημερινά λογικά μου εισδύοντας στην Μνήμη την Έλλογο και Καθολική και στην όντως Εορτή. Στην εορτή και πανήγυρη όπου όλα συνάζονται και χορεύουν χαροποιά ολόγυρα στον γύρο του παντός, στην αγορά της πόλης που μας άγει όλους στον τόπο του άλλου, του όντως άλλου, του Όλου Άλλου. Εορτή Εορτών και πανήγυρις πανηγύρεων….

Τώρα καταλαβαίνω γιατί όλες οι φυλές του κόσμου, από τη Λετονία μέχρι την Ιορδανία, την Παλαιστίνη και το Ισραήλ, και από την Αίγυπτο μέχρι την Μολδαβία και την Σιβηρία, που εδώ και δέκα χρόνια συνάζονται εδώ σ’ αυτόν τον τόπο των Αρχαίων Αβδήρων, στην αρχή δυσκολεύονται αφού εξωτερικά είναι όλα φτωχικά, αλλά μετά από λίγες ημέρες μικροί και μεγάλοι, μαθητές και εκπαιδευτές κλαίνε και δεν θέλουν να φύγουν.

Λίγο πιο κάτω, στο μπαλκόνι, βλέπω τον Γιάννη τον Κακάρα, γελαστός και λάμποντας στο πρόσωπο και στο βλέμμα, με την κιθάρα του και τόσους άλλους μουσικούς, να μυούν τους Μολδαβούς και τους Αλβανούς, τους Λετονούς και τους Παλαιστίνιους, τους Ρώσους και τους Γκαγκαούζους, και όλες τις φυλές στο μυστικό τοπίο των ήχων των τραγουδιών των Ελλήνων. Απάνω στην τριανταφυλλιά, Τη θάλασσα τη γαλανή, Πώς να σωπάσω μέσα μου, Ζωή που δεν μοιράζεται είναι ζωή κλεμμένη, Σ’ αγαπώ γιατί είσαι ωραία, σ’ αγαπώ γιατί είσαι εσύ …

Και στο μικρό θεατράκι βλέπω τις θεατρολόγους μας, την Αιμιλιανή, τη Δέσποινα και την Ειρήνη να ζωντανεύουν την αρχαία θεατρική εμπειρία, να κάνουν τα παιδιά του κόσμου να μεταμορφώνονται στο πάνυ ακριβές του Έλληνα τρόπου που από τους αιώνες κράζει μέσα από τον Σοφοκλή, τον Ευριπίδη, τον Αισχύλο: Γεννήθηκα για ν’ αγαπώ, Αιωνίως θητεύω στο κάλλος ….

Τους δύο Αλέξανδρους στην Αγορά να μαθαίνουν στα παιδιά του κόσμου τους κυκλοτερείς χορούς, και μέσα στα πεύκα τους φιλόλογους, τον κυρ-Γιάννη, τη Γωγώ, τη Χριστίνα, τον Διονύση και τόσους άλλους να εισάγουν όλη τούτη την ομήγυρη των δυόμιση εκατοντάδων νέων στις ελληνικές λέξεις.

Πώς να σωπάσω μέσα μου την ομορφιά του κόσμου, η θάλασσα στα μέτρα μου ο ουρανός δικός μου. Ποια γλώσσα μου μιλάνε στου βούρκου μέσα τα νερά αυτοί που μου ζητάνε να χαμηλώσω τα φτερά. Στα ηλιοσκαλοπάτια με έμαθε η μάνα μου να ζω. Να ένας νέος τρόπος να διδάσκουμε και να διδασκόμαστε την ελληνική γλώσσα, όχι ως μια ξένη γλώσσα, αλλά ως την γλώσσα τη δική μας, όποιοι κι αν είμαστε, Έλληνες ή Τούρκοι, Ευρωπαίοι ή Ασιάτες ….

Εδώ λοιπόν στα Αρχαία Άβδηρα το Ταμιείον Θράκης δημιούργησε ένα Διεθνές Εργαστήρι ανθρωπιάς και αισθαντικότητας. Εδώ οραματιζόμαστε στα επόμενα χρόνια να συναχθούν οι φυλές όλου του κόσμου σε ένα πρωτότυπο και εορταστικό Σχολείο Ελληνικού λόγου και παιδείας, ένα όντως Σχολείο Πολιτισμού.